Το φυτό

1. Γενικά για το φυτό
Η stevia rebaudiana bertoni είναι ένα βότανο της οικογένειας των Compositae, που είναι αυτοφυές στην Παραγουάη και τη Βραζιλία. Οι γλυκοζίτες στα φύλλα το κάνουν εξαιρετικά γλυκό, μία ιδιότητα που το καθιστά μοναδικό ανάμεσα σε περίπου 300 είδη του γένους stevia. Το φυτό της στέβιας χρησιμοποιείται ως γλυκαντικό για πάνω από 400 χρόνια. Πήρε το όνομά του από τον Moises Santiago Bertoni που το ανακάλυψε το 1887.

2. Βοτανικά χαρακτηριστικά
Είναι πολυετές ποώδες φυτό ύψους 0,6 μέτρων όταν είναι αυτοφυές (στα τροπικά θερμά κλίματα). Καλλιεργείται όμως ως ετήσιο και σε διάφορες πιο ψυχρές περιοχές του κόσμου.
Τα φύλλα είναι μικρά, μήκους 5 εκατοστών αν και υπάρχουν και μεγαλόφυλλες ποικιλίες. Φύονται στο βλαστό σταυρωτά.
Τα άνθη αναπτύσσονται σε ταξιανθίες (κορύμβους) χρώματος λευκού. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα, και γονιμοποιούνται με σταυρεπικονίαση με την βοήθεια εντόμων. Ανθίζει το φθινόπωρο.
Οι βλαστοί είναι τρυφεροί αρχικά και στη συνέχεια γίνονται ημιξυλώδεις.
Το ριζικό του σύστημα είναι επιφανειακό και επομένως δεν αντέχει σε έλλειψη νερού καθώς και σε ισχυρούς ανέμους.
Ο σπόρος είναι μικρός χρώματος μαύρου όταν είναι σε καλή κατάσταση.

3. Εξάπλωση-οικονομική σημασία
Η στέβια καλλιεργείται στην Λατινική Αμερική, της οποίας είναι αυτοφυές φυτό, όμως στην παραγωγή της κυριαρχούν πλέον οι Ασιατικές χώρες. Η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο καλλιεργητή στέβιας στον κόσμο, ενώ η Ιαπωνία και η Κορέα διαθέτουν τη μεγαλύτερη αγορά εκχυλισμάτων στέβιας. Πρόσφατα, οι ΗΠΑ, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία ενέκριναν ορισμένα παρασκευάσματα στέβιας ως συστατικά σε φαγητά και ροφήματα στις αγορές τους.

4. Χρήσεις-Προϊόντα
Η στέβια είναι ένα αρκετά γνωστό φυτό σε αρκετές περιοχές της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής που χρησιμοποιείται ως γλυκαντική ουσία σε διάφορα τρόφιμα και αναψυκτικά (ως πρόσθετο τροφίμων). Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αφέψημα (φαρμακευτικό τσάι) ή σε σαλάτες, φρέσκια ή αποξηραμένη. Οι γλυκοζίτες του φυτού ονομάζονται στεβιοσίδη και ρεμπαουντιοσίδη-Α και περιέχονται στα φύλλα του.

5. Καλλιεργητική Τεχνική
5.1 Απαιτήσεις σε κλίμα-έδαφος
Η στέβια αναπτύσσεται σε υποτροπικά υγρά κλίματα με ύψος βροχής πάνω από 700-800mm το έτος, ενώ προτιμά τα καλά αποστραγγιζόμενα, αμμώδη ή αμμοαργιλώδη εδάφη. Ως προς την αντίδραση του εδάφους, καταλληλότερα θεωρούνται τα εδάφη με ελαφρώς όξινη αντίδραση, ενώ αν καλλιεργηθεί σε αλκαλικά εδάφη (pH 8) η ανάπτυξη του φυτού θα είναι περιορισμένη και αργή. Δεν αναπτύσσεται σε αλατούχα εδάφη. Αναπτύσσεται σε θερμοκρασία από 15°C έως 30°C με μέγιστη θερμοκρασία 41°C. Αναπτύσσεται σε κλίματα που κυμαίνονται από εύκρατα ως τροπικά και δεν αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες (κάτω από -6°C). Για το λόγο αυτό, στη χώρα μας, η σπορά θα πρέπει να γίνεται σε σπορεία νωρίς την άνοιξη και η μεταφύτευση να γίνει μετά την παρέλευση των τελευταίων αναμενόμενων παγετών. Είναι φωτόφιλο φυτό και δεν αναπτύσσεται σε σκιερές τοποθεσίες.
5.2 Πολλαπλασιασμός
Ο ιδανικός τρόπος πολλαπλασιασμού του φυτού είναι αγενώς με τη χρήση μοσχευμάτων στελεχών ή φύλλων του φυτού, όμως το κόστος παραγωγής τους είναι απαγορευτικό. Για το λόγο αυτό η στέβια πολλαπλασιάζεται με σπόρο σε θερμοκήπιο (σε θερμοκρασία 24-25°C) για την παραγωγή φυταρίων για περίοδο 8 με 10 εβδομάδων. Στην περίπτωση καλλιέργειας για παραγωγή φύλλων, είναι απαραίτητος ο συνεχής φωτισμός των φυτών ώστε να αποφευχθεί η πρώιμη άνθιση. Η μεταφύτευση γίνεται την άνοιξη ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες. Στον Καναδά η μεταφύτευση γίνεται το Μάιο ενώ σε πιο θερμές χώρες, όπως η χώρα μας, μπορεί να γίνει πιο νωρίς. Σπέρνεται σε αποστάσεις 50 έως 70 εκατοστά μεταξύ των γραμμών με συνολική πυκνότητα φυτείας 7.500 έως 8.000 φυτών/στρ. περίπου, η οποία θεωρείται και η ιδανική.
5.3 Προετοιμασία του εδάφους
Πριν την φύτευση γίνεται όργωμα του εδάφους και ακολουθούν 1-2 κατεργασίες με δίσκο ή φρέζα ώστε να γίνει μια λεία κλίνη.
5.4 Λίπανση
Το φυτό έχει μικρές απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά, παρόλα αυτά όμως θα πρέπει να διενεργείται έλεγχος της σύστασης του εδάφους. Σε πειράματα που έγιναν στο Οντάριο του Καναδά διαπιστώθηκε ότι λίπανση με το λίπασμα 6-24-24 σε ποσότητα 10 κιλά/στρ. πριν από τη μεταφύτευση και με 14 κιλά/στρ. με ουρία μετά τη μεταφύτευση, είναι ικανοποιητική. Σε πειράματα στη χώρα μας διαπιστώθηκε ότι η στέβια αποδίδει καλύτερα όταν γίνει ενσωμάτωση κοπριάς στο έδαφος πριν από τη μεταφύτευση και λίπανση ανάλογα με τις ανάγκες των κατά τόπους εδαφών. Γενικά το άζωτο είναι το σημαντικότερο θρεπτικό στοιχείο για τη στέβια καθώς σχετίζεται με την ανάπτυξη του φυλλώματός της.
5.5 Άρδευση
Στις τροπικές περιοχές η στέβια δεν απαιτεί άρδευση. Όμως σε περιοχές, όπως είναι η Ελλάδα, που το ύψος βροχής δεν φτάνει τα 700mm ανά έτος, απαιτείται άρδευση. Είναι απαραίτητη συχνή και επιφανειακή άρδευση ώστε να επιτυγχάνονται υψηλότερες αποδόσεις. Σε γενικές γραμμές, η άρδευση είναι απαραίτητη όταν οι άκρες των βλαστών αρχίσουν να γέρνουν. Η καταλληλότερη μέθοδος άρδευσης θεωρείται η στάγδην.
5.6 Ζιζανιοκτονία
Η ζιζανιοκτονία συνιστάται να γίνεται επαναλαμβανόμενα με τη χρήση μηχανικών μέσων. Μπορεί να απαιτηθεί και συμπληρωματική καταπολέμηση με σκάψιμο, βοτάνισμα ή ζιζανιοκτόνα.
5.7 Εχθροί-Ασθένειες
Η φυτοπροστασία των φυτών δεν αποτελεί ιδιαίτερο πρόβλημα καθώς οι προσβολές από έντομα –εκτός των σκουληκιών– είναι ελάχιστες. Προβλήματα μπορεί να δημιουργήσουν οι μύκητες του γένους Septoria (septoria steviae), Sclerotinia (Sclerotinia sclerotiorum), καθώς και οι παγετοί και οι δυνατοί άνεμοι. Επίσης είδη ζώων όπως τα κουνέλια και οι λαγοί έχει παρατηρηθεί ότι προξενούν ζημιές επειδή προτιμούν τα γλυκά φύλλα του φυτού.

6. Συγκομιδή – απόδοση
Γίνεται συγκομιδή είτε ολόκληρου του φυτού είτε των φύλλων μόνο πριν την άνθιση με τα χέρια ή με μηχανικά μέσα. Ο χρόνος της συγκομιδής εξαρτάται από την ποικιλία, το γεωγραφικό πλάτος και την καλλιεργητική περίοδο. Γενικά η συγκομιδή γίνεται το φθινόπωρο, όταν τα φυτά είναι 40-60 εκατοστά σε ύψος. Η βέλτιστη απόδοση (βιομάζα), καθώς και η καλύτερη ποιότητα και ποσότητα στεβιοσίδης (stevioside) επιτυγχάνονται λίγο πριν από την άνθηση. Έρευνα του 1995 σε περιοχές του Καναδά δείχνει ότι η απόδοση σε δείγμα φύλλων που ελήφθη κατά τη βέλτιστη περίοδο συγκομιδής είχε δυνατότητα απόδοσης 285 κιλών/στρ σε ξηρά φύλλα. Σε πειράματα που έχουν γίνει στην Ελλάδα διαπιστώθηκε ότι η απόδοση σε ξηρά φύλλα μπορεί να φτάσει και τα 500 κιλά/στρ, ενώ σε χώρες όπως η Βραζιλία και η Ινδία μπορεί να φτάσει και τα 700 κιλά/στρ. ως αρδευόμενη.

7. Ξήρανση
Η αποξήρανση των ξυλοποιημένων μίσχων καθώς και των πράσινων φύλλων ολοκληρώνεται αμέσως μετά τη συγκομιδή με τη χρήση κλιβάνου ή και με έκθεση στον ήλιο οπότε και επιτυγχάνεται η καλύτερη ποιότητα. Ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και την πυκνότητα της φόρτωσης, συνήθως απαιτούνται 24 – 48 ώρες σε θερμοκρασία 40°C – 50°C. Εκτιμάται ότι μια ποσότητα χλωρής μάζας 2.150 κιλών/στρ. αποδίδει έως 600 κιλά/στρ. ξηρού βάρους. Αμέσως μετά την αποξήρανση, ένας ειδικά σχεδιασμένος αλωνιστής/ διαχωριστής είναι απαραίτητος για τον διαχωρισμό των ξερών φύλλων από το μίσχο. Σα ξερά φύλλα αποθηκεύονται με πλαστική επένδυση σε χαρτονένια κουτιά. Περαιτέρω επεξεργασία με εκχύλιση απαιτείται για να εξαχθούν οι γλυκοζίτες στεβιόλης σε εμπορική κλίμακα (για χρήση ως πρόσθετο τροφίμων).

8. Η καλλιέργεια της στέβιας στην Ελλάδα
Η καλλιέργεια της στέβιας μπορεί να αποτελέσει μια εναλλακτική λύση σε διάφορες πρώην καπνοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας, αφού απαιτεί παρόμοιους χειρισμούς με την καλλιέργεια του καπνού. Επίσης πειράματα έχουν δείξει ότι αποδίδει πάνω από 200 κιλά/στρ. σε ξηρά φύλλα σε διάφορες περιοχές της χώρας, απόδοση η οποία θεωρείται το όριο για να είναι οικονομικά βιώσιμη η καλλιέργεια.

9. Προοπτικές
Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων αξιολόγησε την ασφάλεια των γλυκοζιτών του φυτού της στέβιας, ως γλυκαντικού και διατύπωσε τη γνώμη ότι η αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη γλυκοζιτών είναι τα 4 mg/kgr σωματικού βάρους. Έτσι, στις 11 Νοεμβρίου 2011 δημοσιεύτηκε ο κοινοτικός κανονισμός 1131/2011 (αρμοδιότητας, σε εθνικό επίπεδο, του Γενικού Χημείου του Κράτους), με τον οποίο εγκρίνεται η χρήση γλυκοζιτών στεβιόλης, που εκχυλίζονται από το φυτό στέβια, ως γλυκαντικών σε 31 κατηγορίες τροφίμων. Επισημαίνεται ότι για να είναι δυνατή η παραγωγή και χρήση των γλυκοζιτών στεβιόλης ως πρόσθετου των τροφίμων σε εμπορική κλίμακα, η προαναφερθείσα έγκριση απαιτείται να συμπληρωθεί και με τον καθορισμό των κριτηρίων καθαρότητας. Για τον τελευταίο απομένει η έκδοση σχετικού κοινοτικού κανονισμού, που αναμένεται να γίνει το 2012 και θα περιλαμβάνει τα κριτήρια καθαρότητας όλων των πρόσθετων των τροφίμων συμπεριλαμβανομένων και των γλυκαντικών. Συμπληρωματικά σημειώνεται ότι η χρήση της στέβιας ως έχει ή με τη μορφή αποξηραμένων φύλλων, δεν είναι επιτρεπτή προς το παρόν λόγω μη έγκρισής της γι’ αυτό το σκοπό. Σύμφωνα με το Γενικό Χημείο του Κράτους η διαδικασία της έγκρισης θα απαιτήσει εύλογο χρόνο, ενδεικτικά δε αναφέρεται ότι αιτήσεις ενδιαφερομένων βρίσκονται από ετών στο στάδιο της εξέτασης από τις υπηρεσίες της Ε. Επιτροπής. Προς το παρόν η στέβια δεν υπάγεται σε Κοινή Οργάνωση Αγοράς της Ε. Ένωσης, ούτε προβλέπεται για αυτήν συνδεδεμένη ενίσχυση από τα κονδύλια του γνωστού ως Α΄ Πυλώνα της κοινοτικής χρηματοδότησης. Στα πλαίσια της στήριξης-προώθησης καινοτόμων καλλιεργειών οι υπηρεσίες του ΤΠ.Α.Α.Σ. διερευνούν τη δυνατότητα ένταξης της καλλιέργειας σε προγράμματα του Β΄ πυλώνα του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (Π.Α.Α) για την επερχόμενη νέα προγραμματική περίοδο από το 2014.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

line-grey

Ιστορικά στοιχεία καταγωγής
και παγκόσμιας διάδοσης της καλλιέργειας και χρήσης της Στέβια

Η ιστορία της γλυκιάς, αλλά αθώας Στέβιας είναι πολύπαθη και μοιάζει σαν μυθιστόρημα με συγκλονιστικές περιπέτειες και με συνεχείς ανατροπές, μια ιστορία γεμάτη γλύκα και ραδιουργίες σε βάρος της, όπου στο τέλος κάποιο «βασιλόπουλο» αγαπά την μικρή φτωχούλα, αθώα και γλυκιά «σταχτοπούτα» Στέβια, που τελικά θριαμβεύει…. και θα ζήσουμε και εμείς καλύτερα… χάριν της Στέβιας!
Ο τόπος καταγωγής της Stevia rebaudiana είναι η βορειανατολική Παραγουάη στα σύνορα με τη Βραζιλία, όπου ζούσε άγνωστη και παραμελημένη η μικρή και άσημη Στέβια και βρίσκεται ακόμη αυτοφυής σε άγρια κατάσταση σε όχθες ποταμών. Οι εντόπιοι ιθαγενείς Γκουαράνοι της Παραγουάης (Guarani) κατανάλωναν αυτό το φυτό σαν τσάϊ και σαν γλυκαντικό για πολλούς αιώνες.

    • Το 1576 για πρώτη φορά είχαν γίνει γνωστές στην Ευρώπη οι θαυματουργές ιδιότητες και χρήσεις αυτού του «μαγικού» φυτού (ονομάστηκε αργότερα Στεβια) από το βιβλίο του Ισπανού ιατρού-βοτανολόγου Francisco Hernandez «Φυσική Ιστορία των φυτών της Νέας Ισπανίας», όπου αναφέρει τη χρήση του ως γλυκαντικό και ως ιατρικό φάρμακο με θεραπευτικές ιδιότητες.
    • Το 1887 Sandiago Bertoni έκανε ξανά γνωστή τη Στέβια στο δυτικό κόσμο, όταν την «ανακάλυψε ξανά», την περιέγραψε, την εκθείασε για τις θαυμαστές ιδιότητες τηςκαι για την ολοφάνερη υπεροχή της έναντι της ζάχαρης και έκανε τη βοτανική ταξινόμηση της μαζί με τον παραγουανό συνάδελφο του Rebaudi, που της έδωσαν την σημερινή διεθνή επιστημονική βοτανική της ονομασία Stevia rebaudiana bertoni. Η λέξη Stevia για το γένος δόθηκε προς τιμήν του Παραγουανού καθηγητή Stevius και τα άλλα δύο ονόματα για τον ονομασία του είδους προέρχονται από τα ονόματα τους. Έκτοτε η Στέβια πέρασε πολλές ακόμη περιπέτειες, που θυμίζουν χαρακτηριστικά τις περιπέτειες της Σταχτοπούτας.
    • Το 1908 καλλιεργήθηκε και συγκομίσθηκε η πρώτη παραγωγή της Στέβιας σαν καλλιεργούμενο φυτό και έκτοτε διαδόθηκε και σε άλλες χώρες της Λατινικής (νότιας) Αμερικής, σαν αγροτική καλλιέργεια.
    • Το 1913 στο Αμβούργο της Γερμανίας, Γερμανοί επιστήμονες που ανέλυσαν δείγματα φύλλων της Στέβιας, επισημαίνουν, ότι η Στέβια θα προκαλέσει μεγάλο πονοκέφαλο στους παραγωγούς Ζάχαρης, καθώς θα προτιμηθεί από τους καταναλωτές εξαιτίας των ευεργετικών ιδιοτήτων της.
    • Το 1918 στις ΗΠΑ, Αμερικανοί επιστήμονες πρότειναν στην Αμερικανική Κυβέρνηση την έγκριση χρήσης της Στέβια στις ΗΠΑ, λόγω των σημαντικών ιδιοτήτων της και της δημοτικότητάς της ως γλυκαντικής ουσίας και πρότειναν την καλλιέργεια της, διότι έχει μεγάλη εμπορική προοπτική. Αλλά δυστυχώς η αναμενόμενη έγκριση της εισήγησης αναβλήθηκε, εξ αιτίας της παρέμβασης των εταιριών παραγωγής Ζάχαρης, οι οποίες προέβλεψαν την απειλή από την έγκριση χρήσης της Στέβιας και πίεσαν αποτελεσματικά την κυβέρνηση να μην επιτρέψει τη χρήση της Στέβιας στις ΗΠΑ.
    • Το 1931 στη Γαλλία, Γάλλοι χημικοί απομόνωσαν και μελέτησαν τη χημική σύσταση δύο Γλυκοζιτών της Στέβιας, που είναι υπεύθυνα για τη γλυκιά γεύση της Στέβιας.
    • Από το 1936 στη Ρωσία αρχίζουν οι πειραματικές καλλιέργειες της Στέβια, αλλά το θέμα δεν προχωρά, ούτε εκεί.
    • Το 1941 στην Αγγλία στη διάρκεια του Β’ παγκόσμιου Πόλεμου, λόγω της μεγάλης έλλειψης της Ζάχαρης, Άγγλοι επιστήμονες πρότειναν στην Κυβέρνηση την καλλιέργεια της Στέβιας για την χρήση της σαν υποκατάστατο της Ζάχαρης και μάλιστα υπήρξε και δοκιμαστική καλλιέργεια και παραγωγή Στέβιας. Όμως μετά τον πόλεμο, για «άγνωστους» λόγους, το θέμα της Στέβιας ξεχάστηκε. Τις ίδιες σκέψεις έκαναν στη διάρκεια του Β’Π.Π και στη Γερμανία και στις ΗΠΑ.
    • Το 1952 στις ΗΠΑ, ειδικοί επιστήμονες αποφάνθηκαν και πάλι υπέρ της Στέβιας και εισηγήθηκαν τη χρήση της, σαν το πιο ισχυρό φυσικό γλυκαντικό, χωρίς παρενέργειες, αλλά ταυτόχρονα επεσήμαναν την ανάγκη της καλλιέργειας της στις ΗΠΑ, τονίζοντας και πάλι την υπεροχή της έναντι της Ζάχαρης και των υποκατάστατων της Ζάχαρης και την αναπόφευκτη εμπορική προοπτική της.
    • Το 1950 οι Ιάπωνες, μετέφεραν φυτά της Στέβια στην Ιαπωνία, έκαναν έρευνες και πειραματικές καλλιέργειες της, ανέπτυξαν πολλές ποικιλίες της Stevia rebaudiana με μεγαλύτερη περιεκτικότητα στις γλυκαντικές ουσίες steviocide και rebauriocide και τελικά ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια της σε εμπορική κλίμακα με συμβάσεις καλλιέργειας της με αγρότες στην Κίνα.
    • Το 1970 στην Ιαπωνία, εγκρίθηκε η χρήση της Στέβιας σαν τρόφιμο και σαν υποκατάστατο της Ζάχαρης, ενώ ταυτόχρονα απαγορεύτηκε η χρήση των χημικών γλυκαντικών ουσιών (όπως η Ασπαρτάμη), με άμεση συνέπεια την αλματώδη αύξηση της κατανάλωσης της Στέβιας στην Ιαπωνία, όπου σήμερα η Στέβια κατέχει το 50% της αγοράς γλυκαντικών ουσιών της Ιαπωνίας.
    • Το 1970 στην Κίνα, Κινέζοι επιστήμονες βρήκαν μέθοδο φυσικής εκχύλισης της Στέβιας, χωρίς τη χρήση χημικών ουσιών.
    • Το 1980 η αμερικανική εταιρία Lipton Tea company (η γνωστή εταιρία διαφόρων ειδών τσαγιού) πίεσε και πέτυχε την έγκριση της κυβέρνησης των ΗΠΑ για χρήση της Στέβιας σαν τσάι, αλλά και σαν γλυκαντικό κυρίως για τους διαβητικούς, αφού είναι χωρίς θερμίδες, επικαλούμενη σχετικές μελέτες για την ασφαλή για την υγεία χρήση της Στέβιας. Ξαφνικά όμως η Κυβέρνηση ανακάλεσε την απόφαση της (μετά από «ανώνυμες» διαμαρτυρίες, που υποψιάζονταν όλοι, ότι προερχόταν από την εταιρία παραγωγής της Ασπαρτάμης) και μάλιστα διέταξε την καταστροφή όλων των φυτών και των προϊόντων της Στέβια στις ΗΠΑ, χαρακτηρίζοντας την σχεδόν σαν ναρκωτικό μη ασφαλές για την Υγεία.
    • Το 1991 στις Ηνωμένες Πολιτείες, απαγορεύθηκε η εισαγωγή της και η χρήση της Στέβιας, ως γλυκαντικής ουσίας, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε καμία ένδειξη για την επικινδυνότητά της, ούτε στους καταναλωτές της Λατινικής Αμερικής, ούτε και στους καταναλωτές των χωρών και κυρίως της Ιαπωνίας, όπου αυτό το προϊόν κυκλοφορεί εδώ και πολλά χρόνια. Μάλιστα ο εθνικός φορέας φαρμάκων και τροφίμων των ΗΠΑ (Food and Drug Administration) δεν είχε δεχθεί καμία καταγγελία για το προϊόν που απαγόρευσε, ενώ είχε δεχτεί 7.000 για την Ασπαρτάμη, η οποία ωστόσο εξακολουθεί να κυκλοφορεί στο εμπόριο χωρίς το παραμικρό πρόβλημα.
    • Το 1995 όμως η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση των ΗΠΑ, ενέδωσε στις πιέσεις καταναλωτών και παραγωγών Στέβιας και επέτρεψε την κυκλοφορία της υπό τον όρο να χαρακτηρίζεται ρητά «συμπλήρωμα διατροφής», αλλά να απαγορεύεται να χαρακτηρίζεται ως τρόφιμο και ως υποκατάστατο της Ζάχαρης.
    • Το 2000 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τηρώντας γενικά την ίδια στάση με τις ΗΠΑ, αγνόησε τις εργασίες των ερευνητών του βελγικού Καθολικού Πανεπιστημίου του Λουβαίν, οι οποίες αποδείκνυαν με κατηγορηματικό τρόπο ότι η κατανάλωση αυτού του φυτού δεν ενέχει κανένα κίνδυνο για την υγεία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να παγώσουν οι πρώτες πειραματικές καλλιέργειες του φυτού στη Νότια Ευρώπη ( Ισπανία), στην οποία φαίνεται ότι μπορεί επίσης να ευδοκιμήσει. Αυτή η απαγόρευση μπορεί να οφείλεται, εκτός από τις πιέσεις του λόμπι της βιομηχανίας ζάχαρης και στην δυνατότητα για καλλιέργεια αυτού του φυτού από τον κάθε καταναλωτή στο μπαλκόνι του!
    • Το 2005 όμως στην ΕΕ, οι πειραματικές καλλιέργειες άρχισαν και πάλι στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία και στην Ιταλία και μάλιστα με επιδότηση της έρευνας από την Ε.Ε.
    • Το 2008 είχαμε την έγκριση της Στέβιας από τον FAO (Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ ), αλλά και από την Αυστραλία και Ν. Ζηλανδία.
    • Το 2011 επιτέλους δόθηκε η έγκριση από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 12/11/2011 για την χρησιμοποίηση της Στέβιας σε τρόφιμα και ποτά. Διαβάστε την επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (από σελ.205 – τέλος).

Χρειάστηκαν περίπου 1.500 χρόνια από την έναρξη χρήσης της Στέβιας, του θαυματουργού φυτού, από τους ιθαγενείς Γκουαράνι της Παραγουάης, περίπου 500 χρόνια από την «ανακάλυψη» της από τους Ισπανούς και περίπου 120 χρόνια από την «εκ νέου ανακάλυψη» της από τον Bertoni, για να έλθει η ώρα του θριάμβου για τη Στέβια.

 


Πληροφορίες από το βιβλίο «ΣΤΕΒΙΑ: γλυκιά, αλλά αθώα» του Παύλου Καπόγλου, ΓεωπόνουΑ.Π.Θ.

Για παραγγελίες του βιβλίου μπορείτε να απευθύνεστε:
Καπόγλου Παύλος, Ναούσης 36, Αλεξάνδρεια 59300. Τηλέφωνο / Fax: 2333023344, στα κινητά6944932985 και 6974706806 και στο e-mail: pkapoglu@otenet.gr